Ἰακχεῖον

Ἰακχεῖον
Ἰακχ-εῖον, τό,
A temple of Bacchus, Plu.Arist.27, Alciphr.3.59.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ιακχείον — ἰακχεῑον, τὸ (Α) [Ίακχος] ιερό τού Βάκχου («παρὰ τὸ ἰακχεῑον... καθεζόμενος», Πλούτ.) …   Dictionary of Greek

  • Ἰακχεῖον — temple of Bacchus neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίακχος — (iacchus). Πλατύρρινος δενδρόβιος πίθηκος της Αμερικής, είδος ουιστιτί της οικογένειας των καλλιτριχιδών. Το ύψος του φτάνει τα 30 εκ. και η μακριά ουρά του (έως 50 εκ.) τον κάνει να μοιάζει με σκίουρο. Το κεφάλι του είναι στρογγυλό και άτριχο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”